«Θησαυροί της ελληνικής γαστρονομίας»: 100 πρεσβευτές της γαστρονομικής διπλωματίας της χώρας

8/12/2014
Οι «Θησαυροί της ελληνικής γαστρονομίας» είναι το νέο βιβλίο Γιώργου Πίττα που κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις 6 Δεκέμβρη 2014.

Από τον εμπνευστή του «Ελληνικού Πρωινού», του προγράμματος ανάπτυξης της Ελληνικής γαστρονομίας του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος και ενός από τους πλέον συστηματικούς ερευνητές των γαστρονομικών κι όχι μόνο παραδόσεων της χώρας, φιλοδοξεί με το νέο πόνημα, όπως τονίζει να «μας κάνει να αγαπήσουμε πιο πολύ την Ελλάδα. Στις σελίδες του θα δούμε, θα γνωρίσουμε, θα θυμηθούμε και θα εκπλαγούμε από τα τόσα προϊόντα και τρόφιμα της ελληνικής γης, που μαζί τους πολλοί από εμάς μεγαλώσαμε, χωρίς να ξέρουμε την ιστορία τους, τη διατροφική τους αξία και τη σημασία τους στην οικονομία της χώρας»

Σύμφωνα με τον κ. Πίττα «από τα 100 προϊόντα που παρουσιάζονται ορισμένα έχουν ταυτιστεί με τη ζωή του Έλληνα τόσο στο παρόν όσο στο κοντινό παρελθόν, αλλά και στο απώτερο, που φτάνει μέχρι την ελληνική μυθολογία. Άλλα πάλι τρόφιμα κουβαλούν στην πλάτη τους ιστορίες μεγαλειώδεις, όπως η σταφίδα Κορινθίας, που τον 19ο αιώνα καταλάμβανε σπουδαίο ρόλο στην ελληνική οικονομία, εξασφαλίζοντας το 70% των ελληνικών εξαγωγών και έναν τεράστιο πλούτο στις περιοχές καλλιέργειας και εμπορίας της, άλλα είναι οι σύγχρονοι πρεσβευτές της γαστρονομικής διπλωματίας της χώρας μας, όπως η φέτα, το γιαούρτι, το λάδι, το ούζο ενώ άλλα, όπως η κάππαρη, η χαρουπιά ή το φραγκόσυκο, είναι φυτά που χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα, τοπία της ελληνικής γης».

«Την ελληνική γαστρονομία την πολιορκούσα από το πρώτο μου βιβλίο. Ποτέ όμως μετωπικά, πάντοτε με πλαγιοκοπήσεις, μ’ έναν αντάρτικο πόλεμο» αναφέρει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει:

«Στα Σημάδια του Αιγαίου, οι καλλιέργειες, τα αγροτικά προϊόντα, τα φαγητά και τα φαγητά περιγράφονταν σε ειδικά κεφάλαια και ήταν από τους πρωταγωνιστές του βιβλίου. Μάλιστα για το εξώφυλλο είχα επιλέξει μια φωτογραφία ιδιαίτερης για μένα σημασίας, από τη Χίο, με τις «ρέστες» (τα νόστιμα ντόπια ντοματάκια) ν’ ακουμπούν στα «ξυστά», γιατί είχαν και τα δυο ιδιαίτερη, συμβολική σημασία: ενώ ήταν δάνεια εκ του εξωτερικού –από τον Νέο Κόσμο τα πρώτα και από τη Γένοβα τα δεύτερα–, ο χρόνος, με την αργή ροή του, μέσα σε πέντε αιώνες, όχι μόνο τα αφομοίωσε αλλά και τα έκανε στοιχεία της ταυτότητας του τόπου, εκπροσώπους της ντόπιας γαστρονομίας και της λαϊκής αρχιτεκτονικής.

Στην Αθηναϊκή ταβέρνα, το επόμενο βιβλίο μου, η γαστρονομική προσέγγιση ήταν πιο έντονη, λόγω θέματος. Αλλά κι εδώ η μεγαλύτερη έμφαση δόθηκε στο ρόλο της ταβέρνας ως καταλύτη των κοινωνικών συναναστροφών και λιγότερο στην περιγραφή του γαστρονομικού υλικού, παρότι υπήρχαν σημαντικές αναφορές στην κουζίνα των περιγραφόμενων ταβερνείων.

Στα Πανηγύρια στο Αιγαίο, που εκδόθηκε το 2011, παρότι περιγράφονται τα τελετουργικά εδέσματα των γιορτών, ο συμβολισμός, ο ρόλος τους στον κάθε τόπο, όπως και ο χρόνος κι ο τρόπος προετοιμασίας τους, το κύριο βάρος δόθηκε στα δρώμενα και στη σημασία των πανηγυριών, στο γλέντι, το χορό και το τραγούδι. Το φαγητό στις κοινές τράπεζες ήταν για μένα το σημείο της συσπείρωσης της πανηγυριστών, εκεί όπου η κοινότητα θα επιβεβαίωνε την κοινωνική της συνοχή.
Στα Καφενεία της Ελλάδας (έκδοση 2013), οι μεζέδες και τα ποτά των καφενείων είχαν βεβαίως την τιμητική τους, πλην όμως δεν ήταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του βιβλίου.

Αυτή τη φορά, στην έκδοση Οι θησαυροί της ελληνικής γαστρονομίας, η επίθεση είναι ολομέτωπη, στην καρδιά της ελληνικής γαστρονομίας. Το βιβλίο αυτό στοχεύει στην παρουσίαση των σπουδαιότερων τροφίμων της ελληνικής γης και των σημαντικότερων παραγωγών τους, που ουσιαστικά προσφέρουν την πρώτη ύλη για τη διαμόρφωση της ελληνικής κουζίνας».

Κάθε προϊόν παρουσιάζεται σε χωριστό κεφάλαιο με συγκεκριμένη δομή. Μέσα από μια ιστορική προσέγγιση, καταγράφεται η διαδρομή του προϊόντος στο χρόνο μέχρι σήμερα, και στη συνέχεια γίνεται αναφορά στη διατροφική του αξία και παρουσιάζονται ο τρόπος παραγωγής του (άλλοτε ο παραδοσιακός και άλλοτε ο σύγχρονος) και κάποιες συνταγές που το αναδεικνύουν. Τέλος, γίνεται αναφορά στη σημερινή του σπουδαιότητα, όσον αφορά τον όγκο παραγωγής του και τη συμμετοχή του στην οικονομία της χώρας.

Ειδικά για τις μυθικεφάλαια του βιβλίου εντοπίζουμεές και τις ιστορικές αναφορές, παρατίθεται υλικό που πιστοποιεί τη διαχρονικότητα πολλών προϊόντων μέσα από γεύσεις και συνταγές που έχουν φτάσει ως τις μέρες μας αλλά και μέσα από τη συμμετοχή τους, ανά τους αιώνες, σε γαστρονομικές τελετουργίες και λατρευτικά έθιμα του γεωργικού και του ποιμενικού βίου. Όλα αυτά τα παραδοσιακά έθιμα δίνουν τη δική τους νότα στην ταυτότητα κάποιων προϊόντων.


Τη γενική περιγραφή τροφίμων και συνταγών συχνά διανθίζουν μικρά αποσπάσματα από την ελληνική λογοτεχνία: από τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τη Μαρία Ιορδανίδου, τον Νίκο Καζαντζάκη, τον Μενέλαο Λουντέμη κ.ά., που επιβεβαιώνουν με γλαφυρότητα και συναίσθημα, μέσα από περιγραφές, αφηγήσεις και διαλόγους, τη στενή σχέση που είχαν τα τρόφιμα και η μαγειρική με την εποχή και τα πρόσωπα.


Ο συγγραφέας αναδεικνύει και το ρόλο των παραγωγών. «Και εκεί που οι ιστορίες και οι γευστικοί πειρασμοί μάς έχουν ανοίξει την όρεξη, έρχονται οι παραγωγοί, οι άνθρωποι που μοχθούν για να υπάρχουν αυτά τα προϊόντα στο πιάτο μας. Έλληνες με μεράκι και έμπνευση, επιχειρηματίες με γνώση και πείσμα, συμπολίτες μας που μάς κάνουν περήφανους, γιατί τα προϊόντα τους κατακτούν επάξια τις διεθνείς αγορές και κάνουν γνωστή την ελληνική γαστρονομία στα πέρατα του κόσμου» τονίζει.

Προϊόντα και άνθρωποι, γεύσεις και συνταγές, μύθοι και ιστορία, παράδοση και λογοτεχνία, τόποι και τοπία, ήθη και έθιμα, δρώμενα και τελετουργίες, θεωρίες και επιχειρηματικότητα ξετυλίγονται μέσα στις σελίδες του και δένουν σε μια αλυσίδα αξιών και δραστηριοτήτων που μπορούν να συγκροτήσουν τον βασικό πυλώνα μιας νέας οικονομικής ανάπτυξης της χώρας (Τοπίο – Περιβάλλον - Αγροτική Οικονομία – Προϊόντα – Γαστρονομία – Πολιτισμός -Τουρισμός), αλλά και του νέου υπαρξιακού και πολιτισμικού μας αναπροσδιορισμού.

Οι «Θησαυροί της Ελληνικής Γαστρονομίας» είναι ένα βιβλίο που επιχειρεί ν’ αντιμετωπίσει την ελληνική γαστρονομία ως όλον, δίνοντάς μας ταυτόχρονα γερές δόσεις εθνικής αυτογνωσίας, ελπίδας και προοπτικής.

Πριν προσεγγίσουμε το κυρίως θέμα του βιβλίου που είναι τα 100 προϊόντα και οι 200 παραγωγοί τους, τα πρώτα κεφάλαια μας προετοιμάζουν καταλλήλως με τα : «Περί γαστρονομίας», «Η ιστορία της ελληνικής κουζίνας», «Η ελληνική κουζίνα τον 19ο και 20ό αιώνα» και «Η κρίσιμη εικοσιπενταετία (1990-2015)».

Σε μια δεύτερη ενότητα, τα κεφάλαια: «Η νέα ελληνική κουζίνα», «Γαστρονομία και τουρισμός», «Ελληνικό πρωινό», «Επώνυμα ελληνικά προϊόντα - Προϊόντα ΠΟΠ και ΠΓΕ», «Μεζέδες», «Γαστρονομικές τελετουργίες», «Η κουζίνα των πανηγυριών», «Οι προοπτικές του αγροδιατροφικού τομέα», «Nτιζάϊν και ελληνικά τρόφιμα» αντιμετωπίζουν μεν τα ελληνικά προϊόντα και την ελληνική κουζίνα ως μέρος των διεθνών τάσεων της γαστρονομίας, αλλά επιχειρούν, παράλληλα, να συνδέσουν την ελληνική γαστρονομία με την ουσία της και το βαθύτερο νόημά της δηλαδή με τις ρίζες της, τις τελετουργίες που συνδέονται με το καθημερινό ή το γιορτινό φαγοπότι, τα δρώμενα και έθιμα του λαού, με πρακτικές δηλαδή της ελληνικής παράδοσης όπως αυτή εξελίχθηκε τους τελευταίους αιώνες.

Η παράθεση των οκτώ «γαστρονομικών περιοχών» της χώρας, με την τοπική κουζίνα τους και τα χαρακτηριστικά προϊόντα τους, δημιουργεί έναν γαστρονομικό χάρτη, το πλαίσιο στήριξής όπου θα τοποθετηθούν στο χωρικό τους περιβάλλον τα 100 προϊόντα.

Το βιβλίο «Οι θησαυροί της ελληνικής γαστρονομίας» του Γιώργου Πίττα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις 6 Δεκέμβρη 2014. Η έκδοση είναι έγχρωμη, διαστάσεων 28Χ24 όπως όλες εκδόσεις του συγγραφέα και έχει 352 σελίδες και 650 φωτογραφίες, η δε τιμή του είναι στα 40 ευρώ.
ΙSBN 978-960-86458-5-1.