ΣΕΤΕ: Να μην αποκλειστούν μεγάλες επενδύσεις και τουριστικές περιοχές από τον αναπτυξιακό

18/5/2016
O νέος αναπτυξιακός νόμος, το σχέδιο του οποίου υπεβλήθη με σημαντική καθυστέρηση, χρειάζεται σημαντικές βελτιώσεις, κινείται όμως προς τη σωστή κατεύθυνση, αναφέρει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων. Ωστόσο όπως τονίζει, ειδικά για τον τομέα του τουρισμού, οι διατάξεις του νέου θεσμικού πλαισίου όχι μόνον δεν περιλαμβάνουν προβλέψεις στήριξης της βασικής ατμομηχανής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας -με θέσπιση ειδικού καθεστώτος ενίσχυσης ή κατάταξη των σχετικών τουριστικών επενδύσεων στις ειδικές κατηγορίες ενισχύσεων-, αλλά αντίθετα επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο τις αρνητικές προβλέψεις του ΓΑΚ 651/2014 (που περιλαμβάνουν σημαντική μείωση των ανώτατων ποσοστών ενίσχυσης και απαγόρευση της ενίσχυσης επενδύσεων μεγάλων επιχειρήσεων για υφιστάμενη οικονομική δραστηριότητα σε έξι Περιφέρειες της xώρας, ιδιαίτερα σημαντικές για τον τουρισμό).
Όπως επανειλημμένα έχει επισημανθεί από τον ΣΕΤΕ, είναι αναγκαία, όπως εξάλλου προβλέπεται, η επαναδιαπραγμάτευση από τη χώρα μας, εντός του 2016, των περιοριστικών προβλέψεων του ΓΑΚ 651/2014, με δεδομένο ότι τα ποσοστά περιφερειακών ενισχύσεων έχουν υπολογισθεί με στοιχεία EUROSTAT 2008 προ κρίσης και όχι μετά την κρίση και πτώση του ΑΕΠ άνω του 25%.
Όπως αναφέρει ο Σύνδεσμος σε κάθε περίπτωση, η ταχεία και αποτελεσματική εφαρμογή του, σε περίοδο έντονης ύφεσης, αποεπένδυσης και απουσίας ρευστότητας, είναι απόλυτα επιβεβλημένη. Ιδιαίτερα για τον τουρισμό, ο οποίος έχει ουσιαστικά εξαντλήσει το υφιστάμενο δυναμικό του και έχει μεγάλη ανάγκη νέων επενδύσεων και περαιτέρω ποιοτικής αναβάθμισης, η υιοθέτηση των προτάσεων ΣΕΤΕ κρίνεται ως βασική προϋπόθεση για ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα, αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Ορθώς ο νέος αναπτυξιακός νόμος έχει προσανατολισμό παροχής κινήτρων στη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, καθώς και σε ειδικές κατηγορίες επιχειρήσεων και επενδυτικών σχεδίων. Θα πρέπει όμως να αξιοποιηθούν πλήρως και οι προβλέψεις και οι δυνατότητες που παρέχει ο Κανονισμός 651/2014 για κάθε μέγεθος επιλέξιμης επένδυσης, μικρής η μεγάλης.
Παράλληλα, ο ΣΕΤΕ τονίζει ότι ο νόμος πρέπει να αποκτήσει μεγαλύτερη απλότητα και σαφήνεια προς τους επενδυτές, με ξεκάθαρες οδηγίες και σαφείς χρονικές προθεσμίες, όπως περιγράφονται στις προτάσεις ΣΕΤΕ, ενώ προβληματική είναι η ανάγκη έκδοσης άνω των 25 υπουργικών αποφάσεων για την ουσιαστική έναρξη εφαρμογής του.

Οι Γενικές παρατηρήσεις του ΣΕΤΕ

1. Ο προσανατολισμός του νέου θεσμικού πλαισίου για τα καθεστώτα Ιδιωτικών Ενισχύσεων ευθυγραμμίζεται με την ευρωπαϊκή τάση για μείωση της έμφασης των επιχορηγήσεων και υιοθέτηση των φορολογικών απαλλαγών.

Εν τούτοις, οι συνθήκες της πραγματικής οικονομίας στην Ελλάδα έχουν μεγάλη απόσταση από τις αντίστοιχες στα υπόλοιπα κράτη Μέλη της Ε.Ε., ενώ ταυτόχρονα η ουσιαστική απουσία ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σε συνδυασμό με το αρνητικό επιχειρηματικό κλίμα και την υπέρμετρη φορολογία των επιχειρήσεων, δεν συνηγορούν υπέρ της προσέγγισης αυτής, τουλάχιστον, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

Μάλιστα, εισάγεται και μια καινοφανής ερμηνεία για την έννοια της ισοδύναμης ακαθάριστης επιχορήγησης (σε σχέση με τις προβλέψεις του ΓΑΚ 651/2014), αφού αντί για αύξηση των πραγματικών ποσοστών ενίσχυσης επιβάλλεται μείωση τους για σημαντικό μέρος των Επενδύσεων.

2. Το κίνητρο της σταθερότητας του φορολογικού πλαισίου μόνον για επενδύσεις άνω των 20.000.000 Ευρώ (και μάλιστα αμέσως μετά μια σημαντικότατη αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων κατά 20%), κρίνεται ουσιαστικά αναποτελεσματικό (άλλωστε και αυτό τίθεται με περιορισμούς), ενώ παράλληλα επιτείνει το αίσθημα του κινδύνου για νέες αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών, γεγονός που αναμένεται να αποθαρρύνει τους δυνητικούς επενδυτές.

3. Παρατηρείται θέσπιση περιορισμού των ενισχύσεων για τις μεγάλες επιχειρήσεις μόνον σε φορολογικές απαλλαγές, γεγονός που εμποδίζει τις δυναμικές και οργανωμένες τουριστικές επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα, για τον εμπλουτισμό των υπηρεσιών τους και την ανάπτυξη σε νέες αγορές στόχους, στηρίζοντας την αναβάθμιση της εικόνας και του κύρους του Τουρισμού στην Ελλάδα, ώστε να δοθεί η δυνατότητα αποτελεσματικής ανάπτυξης και των μικρότερων εταιρειών. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι και οι «μεγάλες επιχειρήσεις» στην Ελλάδα (με βάση την σχετική Σύσταση της ΕΕ) αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα πρόσβασης σε χρηματοδότηση, ενώ υστερούν σε μέγεθος συγκριτικά με τις αντίστοιχες «μεγάλες επιχειρήσεις» σε επίπεδο ΕΕ.

4. Διαπιστώνεται απουσία χρονικών προθεσμιών, σε σχέση με τις διαδικασίες συγκρότησης των οργάνων ελέγχου, υποβολής των σχετικών εκθέσεών τους, καθώς και δημοσίευσης των αποφάσεων ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας των επενδύσεων σε ΦΕΚ, γεγονός που δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά και φόβους για υπερβολικές καθυστερήσεις, με βάση και τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στους προηγούμενους αναπτυξιακούς νόμους, παρά τις θεσμοθετημένες σε αυτούς προθεσμίες. Οι αναμενόμενες καθυστερήσεις αυτές λειτουργούν προφανώς αρνητικά, σε σχέση με την προσπάθεια διαμόρφωσης θετικού επενδυτικού κλίματος.

5. Το περιεχόμενο του κειμένου δεν διακρίνεται από την απαραίτητη απλότητα και φιλικότητα προς τους υποψήφιους επενδυτές, αφού περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό αναφορών σε άρθρα του ΓΑΚ 651/2014, ενώ δεν περιλαμβάνει ούτε τα μέγιστα ποσοστά ενισχύσεων, με βάση τον Περιφερειακό Χάρτη Ενισχύσεων.

Επίσης, δεν παρέχει πληροφορίες για τον τρόπο χειρισμού των δημιουργούμενων αποθεματικών (ίδια συμμετοχή / φορολογική απαλλαγή), ούτε της χορηγούμενης επιχορήγησης, καθώς και του τρόπου ελέγχου της δημιουργούμενης απασχόλησης (για ενισχύσεις που δεν συνδέονται με την κάλυψη μισθολογικού κόστους).

Ταυτόχρονα, διαπιστώνεται ασάφεια σε ότι αφορά το περιεχόμενο των κριτηρίων αξιολόγησης, καθώς και τη διαφοροποίησης τους (ή μη) ανάμεσα στην συγκριτική και στην άμεση αξιολόγηση.

Τέλος, προβλέπεται η έκδοση μεγάλου αριθμού Υπουργικών Αποφάσεων για την εξειδίκευση του πλαισίου και την ουσιαστική έναρξη της λειτουργίας του, καθώς και η κατάρτιση 5 οδηγών / εγχειριδίων υποστήριξης των προβλεπόμενων διαδικασιών. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την προφανή απαίτηση για έκδοση των προκηρύξεων για τα επιμέρους προβλεπόμενα καθεστώτα ενισχύσεων, οδηγούν στο συμπέρασμα της πραγματικής αδυναμίας έναρξης εφαρμογής του νέου θεσμικού πλαισίου στους επόμενους μήνες.

6. Διαπιστώνεται έλλειμμα στην διατύπωση εναλλακτικών τρόπων για την διασφάλιση της καταβολής της επιχορήγησης (π.χ. συμψηφισμός με φορολογικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων).

7. Απαιτούνται προβλέψεις για την εμπέδωση του αισθήματος της ίσης μεταχείρισης κατά τις διαδικασίες αξιολόγησης, ελέγχου υλοποίησης και ολοκλήρωσης των επενδύσεων. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους επενδυτές να παρακολουθούν την ροή / πρόοδο των αιτήσεων υπαγωγής και των λοιπών σχετικών αιτημάτων τους, μέχρι και την έκδοση του σχετικού ΦΕΚ ολοκλήρωσης έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας των επενδύσεων, καθώς και της καταβολής της επιχορήγησης μέσω του ΠΣΚΕ, ώστε να διασφαλίζεται η αυστηρή τήρηση της προτεραιότητας.

8. Σημαντική αβεβαιότητα προκαλείται από την καθυστέρηση, μέχρι σήμερα, της ψήφισης ρύθμισης για την τακτοποίηση των σε εκκρεμότητα επενδυτικών σχεδίων, προηγούμενων αναπτυξιακών νόμων, με ειδική πρόνοια για επιτάχυνση των διαδικασιών σύστασης οργάνων ελέγχου και ολοκλήρωσης των ελέγχων για επιχειρήσεις που έχουν, ήδη, ολοκληρώσει τις επενδύσεις τους και είτε τις έχουν χρηματοδοτήσει με ίδια κεφάλαια / δανεισμό, είτε έχουν εισπράξει προκαταβολές επιχορήγησης και συνεχίζουν να καταβάλουν τις σχετικές προμήθειες, των εγγυητικών επιστολών χωρίς ουσιαστικό λόγο. Το ίδιο παρατηρείται στις επενδύσεις για τις οποίες ενώ έχουν ολοκληρωθεί οι εκθέσεις τελικού ελέγχου καθυστερούν υπερβολικά οι ολοκληρώσεις.

Είναι σαφές ότι, η διατήρηση σε «ομηρία» μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων, χωρίς λήψη ορθολογικών αποφάσεων εκκαθάρισης των εκκρεμοτήτων και αποδέσμευσης μεγάλων ποσών που αντιστοιχούν στις εγκεκριμένες επιχορηγήσεις, δεν είναι δυνατόν να διευκολύνει την εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου.

Οι επιχειρήσεις δεν θα αναλάβουν νέα πρωτοβουλία για επενδυτική δραστηριότητα, χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί η τύχη υφιστάμενων εγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων.

9. Σύμφωνα με το προγενέστερο καθεστώς ενισχύσεων (Ν3908/11) υπήρχε η δυνατότητα υποβολής αιτήσεων υπαγωγής καθόλη την διάρκεια του έτους, ενώ η διαδικασία προέβλεπε δύο κύκλους αξιολογήσεων των υποβληθέντων αιτήσεων και υπαγωγών ετησίως. Το σχέδιο του νέου νόμου προβλέπει ένα διαφορετικό καθεστώς υποβολών των αιτήσεων υπαγωγής. Πιο συγκεκριμένα, για κάθε ένα από τα οκτώ (8) καθεστώτα ενισχύσεων του νέου νόμου πρέπει να προηγηθεί αντίστοιχη προκήρυξη, η οποία θα προσδιορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις, τον εκάστοτε προϋπολογισμό καθώς και τον χρόνο υποβολής των αιτήσεων.

10. Τα ποσοστά ενίσχυσης του νέου επενδυτικού νόμου καθορίζονται με βάση τον πρόσφατο Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων (2014 – 2017), ο οποίος έχει συμφωνηθεί μετά από διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε., με βάση τα δεδομένα του κατά κεφαλήν εισοδήματος της χώρας του έτους 2008-09. Σε αυτά τα ποσοστά προστίθενται 10 μονάδες για Μεσαίες Επιχειρήσεις και 20 μονάδες για Μικρές και Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις. Σημειώνεται, πάντως, ότι τα ποσοστά ενίσχυσης που προβλέπει ο νέος Χ.Π.Ε. εξαντλούνται μόνο στην περίπτωση της ενισχύσεως υπό την μορφή φορολογικής απαλλαγής και επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης, ενώ για την ενίσχυση της επιχορήγησης φθάνουν μέχρι το 70% του αντίστοιχου ορίου.

Κατά το προηγούμενο διάστημα είχε αναφερθεί ότι στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η αναθεώρηση του νέου Χ.Π.Ε. σύμφωνα με τα νέα οικονομικά δεδομένα, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί μετά από την πολύχρονη ύφεση και την συρρίκνωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος. Ο στόχος για την ελληνική κυβέρνηση παραμένει και θα πρέπει να είναι η εξάντληση όλων των περιθωρίων, ούτως ώστε οι ενισχύσεις σε ολόκληρη την χώρα και στις Περιφέρειες με χαμηλά σχετικά ποσοστά, όπως Αττικής, Στερεάς Ελλάδος και Νοτίου Αιγαίου να διατηρηθούν σε ικανοποιητικά επίπεδα.